- ἐκζήτησις
- ἐκζήτησιςresearchfem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἐκζητήσει — ἐκζήτησις research fem nom/voc/acc dual (attic epic) ἐκζητήσεϊ , ἐκζήτησις research fem dat sg (epic) ἐκζήτησις research fem dat sg (attic ionic) ἐκζητέω seek out aor subj act 3rd sg (epic) ἐκζητέω seek out fut ind mid 2nd sg ἐκζητέω seek out fut … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκζητήσεις — ἐκζήτησις research fem nom/voc pl (attic epic) ἐκζήτησις research fem nom/acc pl (attic) ἐκζητέω seek out aor subj act 2nd sg (epic) ἐκζητέω seek out fut ind act 2nd sg ἐκζητέω seek out aor subj act 2nd sg (epic) ἐκζητέω seek out fut ind act 2nd… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκζήτησιν — ἐκζήτησις research fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εκζήτηση — η (Α ἐκζήτησις) νεοελλ. 1. επίμονη αναζήτηση και χρήση ασυνήθιστου πράγματος («εκζήτηση λέξεων») 2. επιτήδευση, προσποίηση αρχ. αναζήτηση, έρευνα … Dictionary of Greek
ἐκζητήσεως — ἐκζητήσεω̆ς , ἐκζήτησις research fem gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκζητήσῃ — ἐκζητήσηι , ἐκζήτησις research fem dat sg (epic) ἐκζητέω seek out aor subj mid 2nd sg ἐκζητέω seek out aor subj act 3rd sg ἐκζητέω seek out fut ind mid 2nd sg ἐκζητέω seek out aor subj mid 2nd sg ἐκζητέω seek out aor subj act 3rd sg ἐκζητέω seek… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)